sensagent's content
Lettris
Lettris is a curious tetris-clone game where all the bricks have the same square shape but different content. Each square carries a letter. To make squares disappear and save space for other squares you have to assemble English words (left, right, up, down) from the falling squares.
boggle
Boggle gives you 3 minutes to find as many words (3 letters or more) as you can in a grid of 16 letters. You can also try the grid of 16 letters. Letters must be adjacent and longer words score better. See if you can get into the grid Hall of Fame !
English dictionary
Main references
Most English definitions are provided by WordNet .
English thesaurus is mainly derived from The Integral Dictionary (TID).
English Encyclopedia is licensed by Wikipedia (GNU).
Translation
Change the target language to find translations.
Tips: browse the semantic fields (see From ideas to words) in two languages to learn more.
last searches on the dictionary :
computed in 0.031s
时间, (以分、时、日为单位的)时间 - 快地, 迅速地 - durably, enduringly, firmly, lastingly, staunchly, steadily, strongly, tightly (en) - ετησίως, μια φορά το χρόνο — 每年, 每年地 - γρήγορα, σβέλτα — 快迅速地, 迅速地 - για πάντα, μόνιμα — 持久地 - προσωρινά, προσωρινώσ — 临时地 - Τρίτη — 星期二, 星期二的 - endlessly, interminably (en) - νωθρά — 缓慢地 - enduringly (en) - αδιάκοπα, ακατάπαυστα, συνέχεια — 不停地, 连续地,持续地, 連續地,持續地 - γηρατειά, τρίτη ηλικία — 晚年 - αδιάκοπος, αδιάκοπτος, συνεχής — 不間斷的, 不间断的, 连续的,持续的, 連續的,持續的 - 当代的 - απαρχαιωμένοσ - απαρχαιούμενος, που έχει πέσει σε αχρηστία, που τείνει να εκλείψει — 荒废的, 荒廢的, 逐渐被废弃的,荒废的, 逐漸被廢棄的,荒廢的 - πρόωρος, πρώιμος — 早, 比預期時間早地 - πρωινόσ - μέσος, μεσαίος — 中間的, 中间的 - αργά, που γίνεται αργά, σε προχωρημένη ώρα, τέως, όψιμος — 前任的, 很晚, 晚 - μεταθανάτιος — 死后发生或出现的, 死後發生或出現的 - ενωθείτε!, μακροσκελής, μακρόσυρτος, παρατεταμένος, προλετάριοι όλου του κόομου — 全世界无产者联合起来, 全世界無產者聯合起來, 持續很久的,長時期的,拖延的, 持续很久的,长时期的,拖延的, 过长, 過長的, 长期的 - διαρκής, μόνιμος — 耐用的 - ατέλειωτος — 无止境的, 無止境的 - βραχύς, μικρός, σύντομος — 短, 短暂的, 短暫的 - στιγμιαίος — 倾刻的, 傾刻的 - μόνιμος — 永久的,持久的 - αμετάβλητοσ, διαρκήσ, μένων, μόνιμοσ, σταθερόσ, τηρών - αέναος, αιώνιος, ακατάπαυστος, ατελείωτος, συνεχής — 无休止的, 无终止的, 永恆的,永久的, 永恒的,永久的, 永远的, 永遠的, 無休止的, 無終止的, 經久不變的, 经久不变的 - impermanent, temporary (en) - παροδικόσ - εξαφανιζόμενοσ, εφήμεροσ, παροδικόσ - ετήσιος — 年度的, 每年的 - εβδομαδιαίος — 每周一次的 - διάρκεια, περίοδος, χρονική διάρκεια, χρονική περίοδος — 一段时间, 一段時間, 时期, 時期 - contemporary world, modern times, modern world, present times (en) - παρελθόν — 过去 - 历史, 歷史學, 过去事情的记载 - μελλοντικός — 将来, 將來 - εποχή, καιρός, χρόνος, ώρα — ...时(候) - μέρα — 白昼, 白晝 - συνέχεια - ιστορία - 时刻, 時刻 - διάρκεια — 持續時間, 持续时间, 期間, 期间 - time scale, time scale factor (en) - εβδομάδα, εργάσιμες μέρες — 工作周(日) - εβδομάδα, επταήμερο, εργάσιμος χρόνος, ημερολογιακή εβδομάδα — 连续七天, 連續七天 - ημέρα - βίος, διάρκεια ζωής, διάρκεια της ζωής, ζωή — 一生, 壽命, 寿命 - ζωή - ζωή - χιλιετία — 一千年 - το παρελθόν — 往事, 昔日 - προσδόκιμο όριο επιβίωσης — 估計壽命, 估计寿命 - 死亡, 死因, 灭亡 - υπερπέραν - ηλικία - babyhood, early childhood, infancy (en) - εφηβεία, εφηβική ηλικία — 青春期 - δεκαετία ζωής μετά τα 20 και πριν τα 30, δεκαετία του '20, η δεκαετία μετά τα 20 — 二三十岁, 二三十歲, 二十年代 - δεκαετία του '30, η δεκαετία του '30 — 三十年代 - 1940s, forties (en) - δεκαετία του '50 — 五十年代 - δεκαετία του '60 — 六十年代 - δεκαετία του '70 — 七十年代 - δεκαετία ζωής μετά τα 80 και πριν τα 90, δεκαετία του '80 — 一个世纪中的八十年代, 八十到九十岁, 八十到九十歲 - 八十多岁, 八十年代 - δεκαετία του '90 — 九十年代 - 九十几岁, 九十年代 - voting age (en) - 天, 白天, 白昼 - Inauguration Day, January 20 (en) - bissextile day, February 29, leap day (en) - festival (en) - Κυριακή — 星期天, 星期日 - Δευτέρα — 星期一 - Τετάρτη — 星期三 - Πέμπτη — 星期四 - Παρασκευή — 星期五 - Σάββατο — 星期六 - ημέρα αργίας και εκπλήρωσης των θρησκευτικών καθηκόντ — 安息日 - διάρκεια της ημέρας, εικοσιτετράωρο, ημέρα — 一天, 白天,日間, 白天,日间 - πρωί — 上午 , 早上, 早晨 - μεσημέρι — 中午, 正午 - απόγευμα, βράδυ, βραδινός, δειλινό, εσπέρα, σούρουπο — 傍晚, 晚上 , 黄昏 - ζώνη υψηλής τηλεθέασης — 黄金时段 - κατά τη διάρκεια της νύχτας, νύχτα — 夜間, 夜间 - 夜 - νύχτα - σκοταδισμός - μεσάνυχτα — 午夜 - ώρα για ύπνο — 就寢時間 - ανατολή, ανατολή του ήλιου, αυγή — 日出, 黎明 - 黃昏, 黄昏 - εργάσιμες ημέρες — 工作周, 星期 - δεκαπενθήμερο, δεκαπενθημερία — 两星期 - Ημέρα της Κρίσεως - 远处 - pointing, timekeeping (en) - προθεσμία — 最后期限, 最後期限 - Walpurgis Night (en) - 31 Δεκέμβρη, Παραμονή Πρωτοχρονιάς - αρχιχρονιά, πρωτοχρονιά - Martin Luther King Day, Martin Luther King Jr's Birthday (en) - January 19, Lee's Birthday, Robert E Lee's Birthday, Robert E Lee Day (en) - Hogmanay (en) - Tet, tubal embryo transfer (en) - All-hallown summer, Indian summer, Old Wives' summer, Saint-Luke's summer, Saint Martin's summer, Saint-Martin's summer (en) - February 2, Groundhog Day (en) - February 12, Lincoln's Birthday (en) - Ημέρα Αγ .Βαλεντίνου, Φλεβάρης 14 - February 22, Washington's Birthday (en) - March 2, Texas Independence Day (en) - March 17, Saint Patrick's Day, St Patrick's Day (en) - Απρίλιος 1, πρωταπριλιά — 愚人節, 愚人节 yú rén jié - April 14, Pan American Day (en) - Μάιος 1, Πρωτομαγιά — 五一節 - γιορτή της μητέρας, ημέρα της μητέρας - Armed Forces Day (en) - Decoration Day, Memorial Day (en) - Davis' Birthday, Jefferson Davis' Birthday, June 3 (en) - Flag Day, June 14 (en) - Father's Day (en) - Fourth of July, Independence Day, July 4 (en) - Citizenship Day, September 17 (en) - Columbus Day, Discovery Day, October 12 (en) - October 24, United Nations Day (en) - Allhallows Eve, Hallowe'en, Halloween (en) - παραμονή Χριστουγέννων — 圣诞节前夜, 聖誕節前夜 - επίσημη αργία - επίσημη αργία — 公假日 - Commonwealth Day, Empire day, May 24 (en) - Dominion Day, July 1 (en) - 14 July, Bastille Day (en) - Armistice Day, November 11, Veterans' Day, Veterans Day (en) - ημέρα των Ευχαριστιών — 感恩節, 感恩节 - έτος, χρονιά - δίσεκτο έτος — 閏年, 闰年 - χρονιά, χρόνος - ηλιακό ημερολόγιο - δωδεκάμηνο, χρονιά — 年度 - έτος, χρόνος — 年 - ακαδημαϊκό τρίμηνο, τριμηνία — (每学年分为四学期制度中的)一学期 - ημέρα - ημερολογιακός μήνας - mid-April (en) - η παραμονή της 24ης Ιουνίου — 仲夏夜 - limitation (en) - περιοδος — 期限 - ώρα — 小时, 小時, 时刻,时间, 時刻,時間 - ώρα — 时刻, 时间 - happy hour (en) - ώρα αιχμής — 交通高峰期 - 季節 - φθινόπωρο — 秋天, 秋季 - Θέρος, καλοκαίρι, καλοκαιρινός — 夏天, 夏季 - canicular days, canicule, dog days (en) - εποχή, περίοδος, σεζόν — (文娱、社交等的)活跃季节 - χρόνος — 时代, 时期 - αιωνιότητα, αιώνας — 来世, 永恒, 永生, 無窮大 - λεπτό, σ' αυτή τη στιγμή, σ' αυτό το σημείο — 一会儿, 一刹那间, 一剎那間, 一瞬間, 一瞬间, 分鐘, 分钟, 时刻, 时机, 時機, 某一时刻, 瞬息, 瞬间, (某一)时刻, (特定)时刻 - κατάλληλη στιγμή, περίσταση, στιγμή — 是...时间了 - περίπτωση, περίσταση — 特定时刻,场合, 特定時刻,場合 - 分, 分钟 - κλάσμα του δευτερολέπτου, στιγμή — 一会儿, 一刹那, 一剎那, 一會兒 - generation (en) - επέτειος — 周年紀念日, 周年纪念日 - ιωβηλαίο, πανηγυρική επέτειος — 50年節, 50年节, 50或60)周年纪念, (25 - wedding anniversary (en) - time immemorial, time out of mind (en) - έναρξη, αρχή, ξεκίνημα — 开始, 开端,开始, 開始, 開端,開始 - κατάληξη, πέρας, τέλος — 完結,結束, 完结,结束, 終止, 結尾, 终结, 结尾 - 界限 - διάστημα - διαθέσιμος χρόνος, κενό — (电视或广播节目的)位置 - χρόνος, ώρα - Εμβέλεια, ανάπαυλα, διάλειμμα, διάστημα που μεσολαβεί, διακοπή — 停頓, 幕間休息, 幕间休息, 暫停, 间隔 - αναβολή — 延期 - caretaker government, interim government, interregnum (en) - περίοδος ημιζωής — 半衰期 - cycle, rhythm, round (en) - phase, phase angle (en) - βάρδια, με βάρδιες — 輪班工作時間, 轮班工作时间[Domaine]
-